Ύψιστος στα ιταλικά

Μετάφραση: ύψιστος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
estremo, massimo, più alto, più alta, alto, massima
Ύψιστος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύψιστος

ύψιστος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ύψιστος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ύφεση στα ιταλικά - crisi, remissione, avvallamento, depressione, assoluzione, recessione, la recessione, ...
  • ύφος στα ιταλικά - voga, moda, stile, maniera, modo, foggia, in stile, ...
  • ύψος στα ιταλικά - colmo, vetta, apice, statura, quota, culmine, elevazione, ...
  • ύψωση στα ιταλικά - salire, aumentare, aumento, crescere, sorgere
Τυχαίες λέξεις
Ύψιστος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: estremo, massimo, più alto, più alta, alto, massima