Ύψιστος στα λιθουανικά

Μετάφραση: ύψιστος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aukščiausia, didžiausias, didžiausia, aukščiausios, aukščiausias
Ύψιστος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ύψιστος

ύψιστος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ύψιστος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ύφεση στα λιθουανικά - nuosmukis, recesija, nuosmukio, recesijos, recesiją
  • ύφος στα λιθουανικά - stilius, fasonas, maniera, būdas, stiliaus, stilių, style
  • ύψος στα λιθουανικά - aukštis, viršūnė, viršus, Ūgis, aukščio, aukštį
  • ύψωση στα λιθουανικά - viršus, viršūnė, pakilti, kilti, didės, padidėti, pakils
Τυχαίες λέξεις
Ύψιστος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aukščiausia, didžiausias, didžiausia, aukščiausios, aukščiausias