Προπηλακίζω στα κροατικά

Μετάφραση: προπηλακίζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uvrijediti, uvreda, napasti, napad, propilakizo
Προπηλακίζω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προπηλακίζω

προπηλακίζω ετυμολογία, προπηλακίζω λεξικό, προπηλακίζω ορισμος, προπηλακίζω σημασια, προπηλακίζω λεξικό γλώσσας κροατικά, προπηλακίζω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • προορισμός στα κροατικά - opredjeljenje, sudbina, cilj, svrha, odredište, destinacija, mjesto, ...
  • προπαρασκευαστικός στα κροατικά - pripremanje, pripreme, pripremajući, priprema, pripremni, pripremne, pripremna, ...
  • προπονητής στα κροατικά - poučiti, poučavati, vagon, kočija, učitelj, trener, kola, ...
  • προπονούμενος στα κροατικά - usavršavanja, vježbanje, obuka, obučavanje, proponoumenos
Τυχαίες λέξεις
Προπηλακίζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: uvrijediti, uvreda, napasti, napad, propilakizo