Προπηλακίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: προπηλακίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
meggyalázás, bántalmazás, propilakizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προπηλακίζω
προπηλακίζω ετυμολογία, προπηλακίζω λεξικό, προπηλακίζω ορισμος, προπηλακίζω σημασια, προπηλακίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, προπηλακίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- προορισμός στα ουγγρικά - célállomás, cél, rendeltetési, rendeltetési hely, úticél
- προπαρασκευαστικός στα ουγγρικά - előkészítő, elıkészítı, az előkészítő, előkészítési, előkészületi
- προπονητής στα ουγγρικά - vagon, idomító, edző, edzője, coach, buszok, turista busz
- προπονούμενος στα ουγγρικά - begyakoroltatás, idomítás, felfuttatás, proponoumenos
Τυχαίες λέξεις
Προπηλακίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: meggyalázás, bántalmazás, propilakizo
Μεταφράσεις: meggyalázás, bántalmazás, propilakizo