Προπηλακίζω στα φινλανδικά

Μετάφραση: προπηλακίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
parjata, loukata, mustamaalata, närkästys, pilkka, hirmuteko, panetella, loukkaus, skandaali, raiskata, propilakizo
Προπηλακίζω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προπηλακίζω

προπηλακίζω ετυμολογία, προπηλακίζω λεξικό, προπηλακίζω ορισμος, προπηλακίζω σημασια, προπηλακίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, προπηλακίζω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • προορισμός στα φινλανδικά - matkakohde, kohde, määräasema, maali, määränpää, määräpaikkaan, määräpaikan, ...
  • προπαρασκευαστικός στα φινλανδικά - alustava, valmistelu-, valmistelevat, valmistelevia, valmistelevien
  • προπονητής στα φινλανδικά - valmentaa, bussi, valmentaja, dösä, vaunu, treenata, linja-auto, ...
  • προπονούμενος στα φινλανδικά - treenaus, harjoitus, harjaantuneisuus, koulutus, proponoumenos
Τυχαίες λέξεις
Προπηλακίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: parjata, loukata, mustamaalata, närkästys, pilkka, hirmuteko, panetella, loukkaus, skandaali, raiskata, propilakizo