Διάλειμμα στα λατινικά
Μετάφραση: διάλειμμα, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
spatium, quasso
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάλειμμα
διάλειμμα διαβατα, διάλειμμα συλλαβισμός, διάλειμμα ροδος, διάλειμμα εργαζομένων, διάλειμμα εργασίας, διάλειμμα λεξικό γλώσσας λατινικά, διάλειμμα στα λατινικά
Μεταφράσεις
- διάκριση στα λατινικά - prudentia
Τυχαίες λέξεις
Διάλειμμα στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: spatium, quasso
Μεταφράσεις: spatium, quasso