Διασχίζω στα λετονικά
Μετάφραση: διασχίζω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
krustiņš, krustojums, šķērsot, šķērso, pāri, šķērsos, jāšķērso
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασχίζω
διασχίζω ετυμολογία, διασχίζω στα αγγλικά, διασχίζω βικιλεξικο, διασχίζω αντωνυμα, διασχίζω συνώνυμα, διασχίζω λεξικό γλώσσας λετονικά, διασχίζω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- διασυρμός στα λετονικά - zākāšana, nomelnošanu
- διασφαλίζω στα λετονικά - piestiprināt, pievērst, nostiprināt, imunizēt, imunitāti, imunizētu, vakcinēties, ...
- διασώζω στα λετονικά - glābt, taupīt, krāt, glābšana, glābšanas, Rescue, glābšanai, ...
- διατάζω στα λετονικά - vadīt, apvaldīt, kontrolēt, valdīt, uzraudzīt, komandēt, Es, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασχίζω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: krustiņš, krustojums, šķērsot, šķērso, pāri, šķērsos, jāšķērso
Μεταφράσεις: krustiņš, krustojums, šķērsot, šķērso, pāri, šķērsos, jāšķērso