Διασχίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: διασχίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крстот, премине, ја премине, преминат, поминат
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασχίζω
διασχίζω ετυμολογία, διασχίζω στα αγγλικά, διασχίζω βικιλεξικο, διασχίζω αντωνυμα, διασχίζω συνώνυμα, διασχίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διασχίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- διασυρμός στα σλαβομακεδονικά - клеветење, оцрнувањето, навреди
- διασφαλίζω στα σλαβομακεδονικά - имунизираат, вакцинираат, имунизација, се имунизираат, имунизација на
- διασώζω στα σλαβομακεδονικά - спасување, спасувачки, спасувачките, спасувањето, спасување на
- διατάζω στα σλαβομακεδονικά - јас цел, Нарачувам, да нарачам, сум цел
Τυχαίες λέξεις
Διασχίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: крстот, премине, ја премине, преминат, поминат
Μεταφράσεις: крстот, премине, ја премине, преминат, поминат