Διασχίζω στα φινλανδικά

Μετάφραση: διασχίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kiukkuinen, pilata, äksy, risteyttäminen, sivuta, hybridisointi, ylittää, rajat, ylittävät, ylittämään, cross
Διασχίζω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασχίζω

διασχίζω ετυμολογία, διασχίζω στα αγγλικά, διασχίζω βικιλεξικο, διασχίζω αντωνυμα, διασχίζω συνώνυμα, διασχίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διασχίζω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • διασυρμός στα φινλανδικά - pilkata, ilkkua, alennus, pilkka, nöyryytys, nälviä, parjaus, ...
  • διασφαλίζω στα φινλανδικά - suojata, turvata, hommata, turvassa, valloittamaton, varokeino, turvallinen, ...
  • διασώζω στα φινλανδικά - pitää, säilyttää, ylläpitää, hillo, pelastus, suojata, taltioida, ...
  • διατάζω στα φινλανδικά - hallita, kehottaa, määräys, käskeä, käskyvalta, johtaa, vaatia, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασχίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kiukkuinen, pilata, äksy, risteyttäminen, sivuta, hybridisointi, ylittää, rajat, ylittävät, ylittämään, cross