Θεσπέσιος στα λετονικά
Μετάφραση: θεσπέσιος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dievišķīgs, skaists, daiļš
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θεσπέσιος
θεσπέσιος συνώνυμα, θεσπέσιος λεξικό γλώσσας λετονικά, θεσπέσιος στα λετονικά
Μεταφράσεις
- θεσμοθέτηση στα λετονικά - institucionalizācija, institucionalizāciju, institucionalizācijai, no iestādēm, institucionalizēšana
- θεσμός στα λετονικά - organizācija, iestāde, institūcija, iestādei
- θεσπίζω στα λετονικά - institūts, spriedums, nodibināt, dekrēts, ieviest, ievieš, pieņemt, ...
- θετικός στα λετονικά - pozitīvs, konstruktīvs, pozitīva, pozitīvi, pozitīvu, pozitīvas
Τυχαίες λέξεις
Θεσπέσιος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: dievišķīgs, skaists, daiļš
Μεταφράσεις: dievišķīgs, skaists, daiļš