Άσκοπος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: άσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бязмэтны
Άσκοπος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άσκοπος

άσκοπος συνώνυμα, άσκοπος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, άσκοπος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • άσθμα στα λευκορωσικά - астма
  • άσκηση στα λευκορωσικά - абавязак, практыкаванне, Практыкаванні, практыкаваньне
  • άσπλαχνος στα λευκορωσικά - бязлітасны, бязьлітасны, няўмольны, бязлітасным
  • άσπρος στα λευκορωσικά - пусты, белы, белый
Τυχαίες λέξεις
Άσκοπος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: бязмэтны