Άσκοπος στα φινλανδικά
Μετάφραση: άσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
päämäärätön, päämäärätöntä, päämäärättömään, päämäärättömiä, päämäärättömästä
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άσκοπος
άσκοπος συνώνυμα, άσκοπος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, άσκοπος στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- άσθμα στα φινλανδικά - astma, astman, astmaa, astmaan, astmasta
- άσκηση στα φινλανδικά - käyttö, treenata, harjoitella, porata, pora, kairata, käyttäminen, ...
- άσπλαχνος στα φινλανδικά - silmitön, armoton, säälimätön, unmerciful, armottoman
- άσπρος στα φινλανδικά - vitivalkoinen, valkoinen, valkea, valkoisella, valkoista, white, valkoisen
Τυχαίες λέξεις
Άσκοπος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: päämäärätön, päämäärätöntä, päämäärättömään, päämäärättömiä, päämäärättömästä
Μεταφράσεις: päämäärätön, päämäärätöntä, päämäärättömään, päämäärättömiä, päämäärättömästä