Άσκοπος στα τούρκικα

Μετάφραση: άσκοπος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
amaçsız, aimless, amaçsız bir, hedefsiz
Άσκοπος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άσκοπος

άσκοπος συνώνυμα, άσκοπος λεξικό γλώσσας τούρκικα, άσκοπος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • άσθμα στα τούρκικα - astım, astımı, astma, astımın
  • άσκηση στα τούρκικα - kullanma, kullanış, uygulama, delmek, egzersiz, idman, bir egzersiz, ...
  • άσπλαχνος στα τούρκικα - merhametsiz, acımasız, unmerciful, zalimce, insafsız
  • άσπρος στα τούρκικα - boş, ak, beyaz, beyaz bir, white
Τυχαίες λέξεις
Άσκοπος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: amaçsız, aimless, amaçsız bir, hedefsiz