Αβλεψία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αβλεψία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нагляд
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αβλεψία
αβλεψία συνώνυμα, αβλεψία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αβλεψία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αβαείο στα λευκορωσικά - абацтва, абацтва ў, абацтве
- αβεβαιότητα στα λευκορωσικά - няпэўнасць, нявызначанасць, нявызначанасьць, няпэўнасьць, недакладнасць
- αβρός στα λευκορωσικά - ветлівы
- αβρότητα στα λευκορωσικά - мяккасць, мяккасьць, мягкость
Τυχαίες λέξεις
Αβλεψία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нагляд
Μεταφράσεις: нагляд