Αβλεψία στα τσεχικά

Μετάφραση: αβλεψία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nedopatření, dohled, dozor, kontrola, omyl, přehlédnutí, dohled nad
Αβλεψία στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αβλεψία

αβλεψία συνώνυμα, αβλεψία λεξικό γλώσσας τσεχικά, αβλεψία στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αβαείο στα τσεχικά - opatství, Abbey, klášter, klášterní
  • αβεβαιότητα στα τσεχικά - nejistota, neurčitost, pochybnost, nejistoty, nejistotu, nejistotě
  • αβρός στα τσεχικά - uhlazený, ušlechtilý, příjemný, dvorný, šlechetný, urozený, vznešený, ...
  • αβρότητα στα τσεχικά - přívětivost, zdvořilost, laskavost, dvornost, vlídnost, jemnost, mírnost, ...
Τυχαίες λέξεις
Αβλεψία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nedopatření, dohled, dozor, kontrola, omyl, přehlédnutí, dohled nad