Αβλεψία στα τούρκικα

Μετάφραση: αβλεψία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kusur, gözetim, gözetimi, denetim, denetimi, bir gözetim
Αβλεψία στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αβλεψία

αβλεψία συνώνυμα, αβλεψία λεξικό γλώσσας τούρκικα, αβλεψία στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αβαείο στα τούρκικα - manastır, abbey, Sinagog, The Abbey, Manastırı
  • αβεβαιότητα στα τούρκικα - belirsizlik, belirsizliği, belirsizlikler, belirsizliğin
  • αβρός στα τούρκικα - sevimli, soylu, ulu, kibar, zarif, saray, sarayla, ...
  • αβρότητα στα τούρκικα - nezaket, yumuşaklığı, yumuşak huyluluk, gentleness, yumuşaklık
Τυχαίες λέξεις
Αβλεψία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kusur, gözetim, gözetimi, denetim, denetimi, bir gözetim