Αναστολή στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αναστολή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падвеска
Αναστολή στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναστολή

αναστολή προθεσμιών λόγω εκλογών, αναστολή αδειών λόγω εκλογών 2014, αναστολή δικαστηρίων λόγω εκλογών, αναστολή αδειών λόγω εκλογών, αναστολή δικαστηρίων λόγω εκλογών 2014, αναστολή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναστολή στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αναστεναγμός στα λευκορωσικά - ўздых, уздых, уздыхнуў
  • αναστηλώνω στα λευκορωσικά - абрабiць, аддаваць, аддаць, адноўлены, адноўлена
  • αναστροφή στα λευκορωσικά - інверсія, інвэрсія
  • ανασυγκρότηση στα λευκορωσικά - рэканструкцыя
Τυχαίες λέξεις
Αναστολή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: падвеска