Ανοιχτά στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ανοιχτά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
адкрыта, адчынена, адкрыты, адкрытае
Ανοιχτά στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοιχτά

ανοιχτά μαγαζιά σήμερα, ανοιχτά φαρμακεία, ανοιχτά καταστήματα, ανοιχτά μαγαζιά κυριακή, ανοιχτά μικρόφωνα, ανοιχτά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανοιχτά στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ανοικοδόμηση στα λευκορωσικά - рэканструкцыя
  • ανοικτός στα λευκορωσικά - адкрыты, адчыняць, адкрытым, адчыненым, адкрытых
  • ανοιχτοχέρης στα λευκορωσικά - шчодры, шчодра, бясконца шчодры
  • ανοιχτός στα λευκορωσικά - адкрыты, адчыняць, адкрытым, адчыненым, адкрытых
Τυχαίες λέξεις
Ανοιχτά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: адкрыта, адчынена, адкрыты, адкрытае