Αποθαρρύνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αποθαρρύνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыводзіць у, прыводзiць у, даводзіць да
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποθαρρύνω
αποθαρρύνω english, αποθαρρύνω ετυμολογία, ενθαρρύνω συνώνυμα, αποθαρρύνω συνωνυμα, αποθαρρύνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποθαρρύνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αποθήκη στα λευκορωσικά - магазын, склад
- αποθανών στα λευκορωσικά - позна, агонь, памерлы, які памёр, хто памёр, памерлае
- αποθηκεύω στα λευκορωσικά - магазын, лава, крама, бункер
- αποθησαυρίζω στα λευκορωσικά - Асам, Ассам
Τυχαίες λέξεις
Αποθαρρύνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прыводзіць у, прыводзiць у, даводзіць да
Μεταφράσεις: прыводзіць у, прыводзiць у, даводзіць да