Αποθαρρύνω στα πολωνικά

Μετάφραση: αποθαρρύνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odwodzić, odbierać, zrażać, zniechęcić, zniechęcać, zrazić, razić, deprymować, zgnębić, podciąć, przybić
Αποθαρρύνω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποθαρρύνω

αποθαρρύνω english, αποθαρρύνω ετυμολογία, ενθαρρύνω συνώνυμα, αποθαρρύνω συνωνυμα, αποθαρρύνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, αποθαρρύνω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αποθήκη στα πολωνικά - magazynier, zbiornik, składnica, hurtownia, magazynować, skład, przechowalnia, ...
  • αποθανών στα πολωνικά - ostatni, późno, zmarły, poprzedni, późny, niedawny, nieżyjący, ...
  • αποθηκεύω στα πολωνικά - magazynować, składować, dzieża, sklepik, przechowanie, skład, przetrzymywanie, ...
  • αποθησαυρίζω στα πολωνικά - zbierać, nagromadzić, gromadzić, akumulować, Assam, Asam
Τυχαίες λέξεις
Αποθαρρύνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: odwodzić, odbierać, zrażać, zniechęcić, zniechęcać, zrazić, razić, deprymować, zgnębić, podciąć, przybić