Αποθαρρύνω στα σλοβενικά
Μετάφραση: αποθαρρύνω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zastrašit, pogum, Demoralizirati
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποθαρρύνω
αποθαρρύνω english, αποθαρρύνω ετυμολογία, ενθαρρύνω συνώνυμα, αποθαρρύνω συνωνυμα, αποθαρρύνω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αποθαρρύνω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- αποθήκη στα σλοβενικά - skladišče, sklad, skladišča, skladišču, Warehouse, za skladišča
- αποθανών στα σλοβενικά - kasno, pozno, pokojni, pokojnika, umrlega, pokojnik, umrli
- αποθηκεύω στα σλοβενικά - krám, sklad, trgovina, bin, pladenj, Koš, posoda, ...
- αποθησαυρίζω στα σλοβενικά - nakupit, Assam, Asam
Τυχαίες λέξεις
Αποθαρρύνω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: zastrašit, pogum, Demoralizirati
Μεταφράσεις: zastrašit, pogum, Demoralizirati