Ασυμβίβαστος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: ασυμβίβαστος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
несумяшчальна, несумяшчальнае, несумяшчальныя, з`яўляецца несумяшчальным
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυμβίβαστος
ασυμβίβαστος συνώνυμα, ασυμβίβαστος συνώνυμο, ασυμβίβαστος αγγλικα, ασυμβίβαστος news, ασυμβίβαστος βικιλεξικο, ασυμβίβαστος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ασυμβίβαστος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- ασυδοσία στα λευκορωσικά - імунітэт
- ασυλία στα λευκορωσικά - імунітэт
- ασυμμετρία στα λευκορωσικά - асіметрыя, асіметрыі, асі- метрыя
- ασυμφωνία στα λευκορωσικά - неадпаведнасць, неадпаведнасьць
Τυχαίες λέξεις
Ασυμβίβαστος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: несумяшчальна, несумяшчальнае, несумяшчальныя, з`яўляецца несумяшчальным
Μεταφράσεις: несумяшчальна, несумяшчальнае, несумяшчальныя, з`яўляецца несумяшчальным