Γίνομαι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: γίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыходзiць, адбыцца, прыстань, станавіцца, становіцца, рабіцца
Γίνομαι στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γίνομαι

γίνομαι άντρας, γίνομαι άντρας στίχοι, γίνομαι νονά τι να φορέσω, γίνομαι περδίκι, γίνομαι θεός γ. σαββιδάκης feat. κ. τσάβαλου stixoi, γίνομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γίνομαι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • γίγαντας στα λευκορωσικά - гігант
  • γίδα στα λευκορωσικά - каза, гусь, казёл, Козел, Козелаў, козлаў, казёл над
  • γαζέλα στα λευκορωσικά - газель, Газэль, газэля
  • γαλάζιος στα λευκορωσικά - сіні
Τυχαίες λέξεις
Γίνομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прыходзiць, адбыцца, прыстань, станавіцца, становіцца, рабіцца