Γίνομαι στα γερμανικά
Μετάφραση: γίνομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
passen, anfangen, bekommen, werden, kleiden, stehen, geworden, zu, sich, wird
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γίνομαι
γίνομαι άντρας, γίνομαι άντρας στίχοι, γίνομαι νονά τι να φορέσω, γίνομαι περδίκι, γίνομαι θεός γ. σαββιδάκης feat. κ. τσάβαλου stixoi, γίνομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, γίνομαι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- γίγαντας στα γερμανικά - ungeheuer, riese, gigant, hüne, riesig, Riesen-, Riese, ...
- γίδα στα γερμανικά - ziege, geiß, Ziege, Ziegen, goat
- γαζέλα στα γερμανικά - gazelle, Gazelle, Gazellen
- γαλάζιος στα γερμανικά - türkis, himmelblau, blau, blauen, blaue, blauer, blauem
Τυχαίες λέξεις
Γίνομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: passen, anfangen, bekommen, werden, kleiden, stehen, geworden, zu, sich, wird
Μεταφράσεις: passen, anfangen, bekommen, werden, kleiden, stehen, geworden, zu, sich, wird