Δανείζομαι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δανείζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
браць
Δανείζομαι στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δανείζομαι

δανείζομαι συνωνυμα, δανείζομαι μεταφραση, δανείζομαι στα αγγλικα, δανείζομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δανείζομαι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δακτύλιος στα λευκορωσικά - кальцо, кольца, пярсцёнак, кольцо, кола
  • δαμάσκηνο στα λευκορωσικά - зліву, сліва, сліву, зліва
  • δανείζω στα λευκορωσικά - даваць
  • δανειζόμενος στα λευκορωσικά - пазычальнік
Τυχαίες λέξεις
Δανείζομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: браць