Δανείζομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: δανείζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skolintis, pasiskolinti, skolinasi
Δανείζομαι στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δανείζομαι

δανείζομαι συνωνυμα, δανείζομαι μεταφραση, δανείζομαι στα αγγλικα, δανείζομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δανείζομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δακτύλιος στα λιθουανικά - žiedas, žiedo, žiedą, žiedinių
  • δαμάσκηνο στα λιθουανικά - slyva, slyvų, slyvos, tamsiai violetinis, pelningas
  • δανείζω στα λιθουανικά - skolinti, paskolinti, suteikti, teikti, skolina
  • δανειζόμενος στα λιθουανικά - skolininkas, paskolos, paskolos gavėjas, skolininko, skolininkui
Τυχαίες λέξεις
Δανείζομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: skolintis, pasiskolinti, skolinasi