Δουλεία στα λευκορωσικά

Μετάφραση: δουλεία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рабства, няволю
Δουλεία στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δουλεία

δουλεία διέλευσης, δουλεία αμερικη, δουλεία οικήσεως, δουλεία σε ακίνητο, δουλεία οδού, δουλεία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δουλεία στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • δοσολογία στα λευκορωσικά - дазавання, дазоўка
  • δουκάτο στα λευκορωσικά - герцагства
  • δουλειά στα λευκορωσικά - хадзiць, абавязак, магазын, адбыцца, пошта, праца, работа
  • δουλειές στα λευκορωσικά - магазын, бізнес, бізнэс
Τυχαίες λέξεις
Δουλεία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: рабства, няволю