Δουλεία στα λιθουανικά

Μετάφραση: δουλεία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vergovė, vergija, Surišejai, Bondage, nelaisvėje, Užveržimo, užveržėjas
Δουλεία στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δουλεία

δουλεία διέλευσης, δουλεία αμερικη, δουλεία οικήσεως, δουλεία σε ακίνητο, δουλεία οδού, δουλεία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δουλεία στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δοσολογία στα λιθουανικά - dozė, dozavimas, dozės, dozę, dozavimo
  • δουκάτο στα λιθουανικά - kunigaikštystė, Hercogystė, kunigaikštyste, Infliantai
  • δουλειά στα λιθουανικά - profesija, užduotis, verslas, reikalas, dirbti, biznis, kūrinys, ...
  • δουλειές στα λιθουανικά - reikalas, verslas, biznis, profesija, tarnyba, darbas, verslo, ...
Τυχαίες λέξεις
Δουλεία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vergovė, vergija, Surišejai, Bondage, nelaisvėje, Užveržimo, užveržėjas