Εξογκώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εξογκώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
надзімацца, раздуваць, раздзімацца
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξογκώνω
εξογκώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εξογκώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εξιλεώνομαι στα λευκορωσικά - загладзіць, адкупіць, выкупіць, акупіць, загладзіць цяжкі
- εξισώνω στα λευκορωσικά - прыраўноўваць, прыраўніваць
- εξοικειωμένος στα λευκορωσικά - знаёмы, знаёмая, знакомый
- εξοικειώνομαι στα λευκορωσικά - я знаёмы, мы знаёмыя, часу мы знаёмыя
Τυχαίες λέξεις
Εξογκώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: надзімацца, раздуваць, раздзімацца
Μεταφράσεις: надзімацца, раздуваць, раздзімацца