Μουγκρητό στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μουγκρητό, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мыканне, рыканьне, рык, рыканне, мычанне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μουγκρητό
μουγκρητό συνώνυμα, μουγκρητό λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μουγκρητό στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μουγκανίζω στα λευκορωσικά - мыканне, рыканьне, рык, рыканне, мычанне
- μουγκρίζω στα λευκορωσικά - рык, гырканне, рычанне, рыканне, гыркат
- μουδιασμένος στα λευκορωσικά - здранцвеў, здранцвеласць, здранцвела, здранцвелі, зьмярцьвела
- μουντός στα λευκορωσικά - глухi, тупы, тупой, тупым
Τυχαίες λέξεις
Μουγκρητό στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: мыканне, рыканьне, рык, рыканне, мычанне
Μεταφράσεις: мыканне, рыканьне, рык, рыканне, мычанне