Σωματικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: σωματικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
фізічная, фізічнай, Курс фізічнай, фізічны, фізычная
Σωματικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωματικός

σωματικός έλεγχος, σωματικός πόνος, σωματικός μωσαϊκισμός, σωματικός εκφοβισμός, σωματικός δείκτης, σωματικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σωματικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • σωματειακός στα λευκορωσικά - щлюб, somateiakos
  • σωματικά στα λευκορωσικά - цялесны, целавы, цялесную
  • σωματοφύλακας στα λευκορωσικά - целаахоўнік, ахоўнік
  • σωπαίνω στα λευκορωσικά - трымаць
Τυχαίες λέξεις
Σωματικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: фізічная, фізічнай, Курс фізічнай, фізічны, фізычная