Σωματικός στα εσθονικά
Μετάφραση: σωματικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
füüsiline, kehaline, füüsilise, füüsilist, füüsikaliste
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωματικός
σωματικός έλεγχος, σωματικός πόνος, σωματικός μωσαϊκισμός, σωματικός εκφοβισμός, σωματικός δείκτης, σωματικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, σωματικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- σωματειακός στα εσθονικά - liit, ühendus, ühend, somateiakos
- σωματικά στα εσθονικά - kehaliselt, füüsiline, kehaline, kehavigastuse, kehaliste, kehalisi, kehavigastuste
- σωματοφύλακας στα εσθονικά - ihukaitse, ihukaitsja, ihukaitsjat, bodyguard, ihukaitsjaks
- σωπαίνω στα εσθονικά - vaikus, hoida, säilitada, pidama, hoiab, hoidma
Τυχαίες λέξεις
Σωματικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: füüsiline, kehaline, füüsilise, füüsilist, füüsikaliste
Μεταφράσεις: füüsiline, kehaline, füüsilise, füüsilist, füüsikaliste