Σύρμα στα λευκορωσικά

Μετάφραση: σύρμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нiтка, провад, провод, дрот
Σύρμα στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύρμα

σύρμα περιέλιξης πηνίων, σύρμα αποκόλλησης, σύρμα inox, σύρμα γαλβανιζέ, σύρμα κοπής τυριών, σύρμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σύρμα στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • σύντροφος στα λευκορωσικά - жонка, спадарожнік
  • σύριγγα στα λευκορωσικά - шпрыц, шпрыцам
  • σύρομαι στα λευκορωσικά - ползучесть
  • σύρσιμο στα λευκορωσικά - перасоўванне, перамяшчэнне, рух, перамяшчэньне
Τυχαίες λέξεις
Σύρμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нiтка, провад, провод, дрот