Τομή στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τομή, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
раздзел, профіль, падзел, частка, частку
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τομή
τομή ξύλινης στέγης, τομή σφαίρας και επιπέδου, τομή αβετε, τομή και ένωση συνόλων, τομή στέγης, τομή λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τομή στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τολύπη στα λευκορωσικά - капуста, расслойвацца, распластоўвацца
- τομέας στα λευκορωσικά - поле, сектар, сэктар
- τον στα λευκορωσικά - яго
- τονίζω στα λευκορωσικά - стрэс
Τυχαίες λέξεις
Τομή στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: раздзел, профіль, падзел, частка, частку
Μεταφράσεις: раздзел, профіль, падзел, частка, частку