Τρόμπα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: τρόμπα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сэрца, помпа, насос, помпу
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρόμπα
τρόμπα για προσυμπιεσμένα αεροβόλα, τρόμπα νερού τιμή, τρόμπα μουσικό όργανο, τρόμπα μαρίνα, τρόμπα ποδηλάτου, τρόμπα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τρόμπα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- τρωκτικό στα λευκορωσικά - грызун, грызуноў, грызуны
- τρόμος στα λευκορωσικά - трэмор, тремор
- τρόπαιο στα λευκορωσικά - трафей, трафэй
- τρόπος στα λευκορωσικά - спосаб
Τυχαίες λέξεις
Τρόμπα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сэрца, помпа, насос, помпу
Μεταφράσεις: сэрца, помпа, насос, помпу