Ανύπαντρος στα λιθουανικά

Μετάφραση: ανύπαντρος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nevedęs, nesusituokęs, nesusituokę, nevedę, nesantuokinis
Ανύπαντρος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανύπαντρος

ανύπαντροσ πατέρασ, ανύπαντρος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανύπαντρος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανωφελής στα λιθουανικά - nepelningas, Neapsimoka, pelno ir naudos, Nepelno, Bezkorzystny
  • ανόητος στα λιθουανικά - absurdiškas, kvailas, apgauti, kvailys, apkvailinti, Kvaily
  • ανύψωση στα λιθουανικά - viršus, viršūnė, aukštis, iškilimas, aukštis virš jūros, aukštis virš jūros lygio, aukštis virš
  • ανώδυνος στα λιθουανικά - neskausmingas, neskausminga, neskausmingai, neskausmingą, neskausmingos
Τυχαίες λέξεις
Ανύπαντρος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nevedęs, nesusituokęs, nesusituokę, nevedę, nesantuokinis