Ανύπαντρος στα σουηδικά
Μετάφραση: ανύπαντρος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
enkel, en, ogift, ensam, enda, ogifta, en ogift, ensamstående
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανύπαντρος
ανύπαντροσ πατέρασ, ανύπαντρος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανύπαντρος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανωφελής στα σουηδικά - gagn
- ανόητος στα σουηδικά - meningslös, lura, fool, lurar, dåre, dumbom
- ανύψωση στα σουηδικά - höjd, elevation, höjden, förhöjning
- ανώδυνος στα σουηδικά - smärtfri, smärtfritt, painless, smärtfria
Τυχαίες λέξεις
Ανύπαντρος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: enkel, en, ogift, ensam, enda, ogifta, en ogift, ensamstående
Μεταφράσεις: enkel, en, ogift, ensam, enda, ogifta, en ogift, ensamstående