Ανύπαντρος στα νορβηγικά

Μετάφραση: ανύπαντρος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
enslig, eneste, en, ugift, enkelt, ugifte, er ugift
Ανύπαντρος στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανύπαντρος

ανύπαντροσ πατέρασ, ανύπαντρος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ανύπαντρος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ανωφελής στα νορβηγικά - profit, profitless, unyttig, ingen fortjeneste, gir ingen fortjeneste
  • ανόητος στα νορβηγικά - meningsløs, bevisstløs, lure, tøyse, fool, narre, idiot
  • ανύψωση στα νορβηγικά - høyde, topp, heving, høyden, riss
  • ανώδυνος στα νορβηγικά - smertefri, smertefritt
Τυχαίες λέξεις
Ανύπαντρος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: enslig, eneste, en, ugift, enkelt, ugifte, er ugift