Βύσμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: βύσμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kaištis, kamštis, kištukas, kištuką, Plug
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βύσμα
βύσμα τροφοδοσίας laptop, βύσμα ακουστικων, βύσμα τηλεόρασης, βύσμα rca, βύσμα 3.5mm, βύσμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βύσμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- βότσαλο στα λιθουανικά - akmenukas, žvirgždas, gargždas, kalnų krištolas, lęšis
- βύθισμα στα λιθουανικά - projektas, projektą, projekte, projektu
- βώλος στα λιθουανικά - boliuso, boliusas, boliusą, karto suleisti, boliuso būdu
- γάζα στα λιθουανικά - marlė, marlės, būti panaudoti tinkleliai, panaudoti tinkleliai, gazas
Τυχαίες λέξεις
Βύσμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kaištis, kamštis, kištukas, kištuką, Plug
Μεταφράσεις: kaištis, kamštis, kištukas, kištuką, Plug