Βύσμα στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: βύσμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
приклучникот, приклучок, plug, приклучокот, утикач, на plug
Βύσμα στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βύσμα

βύσμα τροφοδοσίας laptop, βύσμα ακουστικων, βύσμα τηλεόρασης, βύσμα rca, βύσμα 3.5mm, βύσμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βύσμα στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • βότσαλο στα σλαβομακεδονικά - сончана, камче, песочна, чакал, песочни
  • βύθισμα στα σλαβομακεδονικά - нацрт, предлог, нацртот
  • βώλος στα σλαβομακεδονικά - болус, во болус, болус со, на болус
  • γάζα στα σλαβομακεδονικά - газа, гази, газата, се гази, користат газа
Τυχαίες λέξεις
Βύσμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: приклучникот, приклучок, plug, приклучокот, утикач, на plug