Διακύμανση στα λιθουανικά

Μετάφραση: διακύμανση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
svyravimas, svyravimo, svyravimai, kaita, svyravimų
Διακύμανση στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακύμανση

διακύμανση επιτοκίων, διακύμανση συνώνυμο, διακύμανση κατανομής, διακύμανση english, διακύμανση στο excel, διακύμανση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διακύμανση στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • διακόπτω στα λιθουανικά - pertrauka, pauzė, pertraukti, nutraukti, nutraukia, nutraukite, trukdyti
  • διακόρευση στα λιθουανικά - diakorefsi
  • διαλέγω στα λιθουανικά - rinkti, pasirinkti, rinktis, pasirinkite, išsirinkti
  • διαλαλώ στα λιθουανικά - trimituoti, trimitavimas, Wydzierać, Trąbić, Trąbienie
Τυχαίες λέξεις
Διακύμανση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: svyravimas, svyravimo, svyravimai, kaita, svyravimų