Διακύμανση στα τούρκικα
Μετάφραση: διακύμανση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dalgalanma, dalgalanması, dalgalanmanın, bir dalgalanma, dalgalanmaları
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακύμανση
διακύμανση επιτοκίων, διακύμανση συνώνυμο, διακύμανση κατανομής, διακύμανση english, διακύμανση στο excel, διακύμανση λεξικό γλώσσας τούρκικα, διακύμανση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διακόπτω στα τούρκικα - kesmek, kesme, durdurmak, kesintiye, yarıda
- διακόρευση στα τούρκικα - diakorefsi
- διαλέγω στα τούρκικα - seçmek, seçin, seçim, tercih, seçebilirsiniz
- διαλαλώ στα τούρκικα - boru sesi, blare, boru sesi çıkarmak, bangır bangır çalmak, boru gibi ses
Τυχαίες λέξεις
Διακύμανση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dalgalanma, dalgalanması, dalgalanmanın, bir dalgalanma, dalgalanmaları
Μεταφράσεις: dalgalanma, dalgalanması, dalgalanmanın, bir dalgalanma, dalgalanmaları