Διακύμανση στα τσεχικά
Μετάφραση: διακύμανση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
váhání, výkyv, kolísání, fluktuace, výkyvy, fluktuační
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακύμανση
διακύμανση επιτοκίων, διακύμανση συνώνυμο, διακύμανση κατανομής, διακύμανση english, διακύμανση στο excel, διακύμανση λεξικό γλώσσας τσεχικά, διακύμανση στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διακόπτω στα τσεχικά - přerušovat, pomlka, odmlka, pauza, oddech, přestávka, vyrušit, ...
- διακόρευση στα τσεχικά - deflorace, diakorefsi
- διαλέγω στα τσεχικά - zvolit, rozhodnout, volit, vybrat, zvolte, Výběr, vyberte
- διαλαλώ στα τσεχικά - provolat, hlásat, prohlásit, rozhlásit, prozrazovat, vyhlásit, ječet, ...
Τυχαίες λέξεις
Διακύμανση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: váhání, výkyv, kolísání, fluktuace, výkyvy, fluktuační
Μεταφράσεις: váhání, výkyv, kolísání, fluktuace, výkyvy, fluktuační