Διαπεραστικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: διαπεραστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
veriamas, nuskambėti, rėksmingas, aštrus, spiegiamas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπεραστικός
διαπεραστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαπεραστικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διανοούμενος στα λιθουανικά - intelektinis, intelektualus, intelektualas, intelektualinis, intelektinės
- διανύω στα λιθουανικά - būti, egzistuoti, gyventi, berilis, keliavo, nuvyko, nukeliavo, ...
- διαπερατότητα στα λιθουανικά - pralaidumas, laidumas, pralaidumą, pralaidumo, skvarba
- διαπερνώ στα λιθουανικά - skverbtis, prasiskverbti, įsiskverbti, įsiskverbia, įsiskverbti į
Τυχαίες λέξεις
Διαπεραστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: veriamas, nuskambėti, rėksmingas, aštrus, spiegiamas
Μεταφράσεις: veriamas, nuskambėti, rėksmingas, aštrus, spiegiamas