Εισαγωγή στα λιθουανικά
Μετάφραση: εισαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įvedimas, įvadas, Įžanga, įdiegimas, įvedimo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισαγωγή
εισαγωγή στην κοινωνική ψυχολογία, εισαγωγή στην τέχνη του κινηματογράφου, εισαγωγή στους υπολογιστές, εισαγωγή στις αρχές της επιστήμης των η/υ, εισαγωγή σχολίου στο word 2007, εισαγωγή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εισαγωγή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εισάγω στα λιθουανικά - reikšmė, prasmė, importas, atskleisti, oficialiai priimti į, oficialiai priimti į tarnybą, Nosēdināt, ...
- εισέρχομαι στα λιθουανικά - įeiti, įrašyti, įvesti, patekti, atvykti
- εισαγωγικός στα λιθουανικά - įvadinis, įžanginis, įžanginė, įvadinė, įžanga
- εισβάλλω στα λιθουανικά - įsiveržti, įsiveržti į, įsibrauti, įsibrauti į, užgrobti
Τυχαίες λέξεις
Εισαγωγή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: įvedimas, įvadas, Įžanga, įdiegimas, įvedimo
Μεταφράσεις: įvedimas, įvadas, Įžanga, įdiegimas, įvedimo