Εισαγωγή στα εσθονικά

Μετάφραση: εισαγωγή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
induktsioon, sisselask, käibelevõtt, tutvustus, sissejuhatus, vastuvõtmine, kasutuselevõtt, sissetoomise, sissejuhatuses, kasutuselevõtuga
Εισαγωγή στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισαγωγή

εισαγωγή στην κοινωνική ψυχολογία, εισαγωγή στην τέχνη του κινηματογράφου, εισαγωγή στους υπολογιστές, εισαγωγή στις αρχές της επιστήμης των η/υ, εισαγωγή σχολίου στο word 2007, εισαγωγή λεξικό γλώσσας εσθονικά, εισαγωγή στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εισάγω στα εσθονικά - sisestama, möönma, lisama, juurutama, import, esitlema, importima, ...
  • εισέρχομαι στα εσθονικά - sisenema, sisestama, alustama, sisestage, siseneda
  • εισαγωγικός στα εσθονικά - sissejuhatav, sissejuhatavad, sissejuhatavas, sissejuhatava, sissejuhatavat
  • εισβάλλω στα εσθονικά - vallutada, tungida, rünnakuna, tungivad, tunginud
Τυχαίες λέξεις
Εισαγωγή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: induktsioon, sisselask, käibelevõtt, tutvustus, sissejuhatus, vastuvõtmine, kasutuselevõtt, sissetoomise, sissejuhatuses, kasutuselevõtuga