Εξαρτώμαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: εξαρτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priklausyti, priklauso, priklausys, priklauso nuo, priklausys nuo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαρτώμαι
εξαρτώμαι εξαρτάσαι, εξαρτώμαι αόριστος, εξαρτώμαι λεξικο, εξαρτώμαι στα αγγλικα, ρήμα εξαρτώμαι, εξαρτώμαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξαρτώμαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εξαργυρώνω στα λιθουανικά - kasa, grynieji, išpirkti, atpirkti, išpirktų, išpirks, išperka
- εξαρθρώνω στα λιθουανικά - išsinarinti, išnirti, nykstelėti, išsisukti, Dyslokować
- εξασθένηση στα λιθουανικά - žala, mažėjimas, nuosmukis, sumažėjimas, nuosmukį, nuosmukio
- εξασκώ στα λιθουανικά - praktika, praktikos, praktiką, patirtis
Τυχαίες λέξεις
Εξαρτώμαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: priklausyti, priklauso, priklausys, priklauso nuo, priklausys nuo
Μεταφράσεις: priklausyti, priklauso, priklausys, priklauso nuo, priklausys nuo