Εξαρτώμαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εξαρτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
depender, partida, dependa, dependem, depende, dependerá, dependerão
Εξαρτώμαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαρτώμαι

εξαρτώμαι εξαρτάσαι, εξαρτώμαι αόριστος, εξαρτώμαι λεξικο, εξαρτώμαι στα αγγλικα, ρήμα εξαρτώμαι, εξαρτώμαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εξαρτώμαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εξαργυρώνω στα πορτογαλικά - dinheiro, redimir, resgatar, remir, resgate, redeem
  • εξαρθρώνω στα πορτογαλικά - malquerer, desencaixar, desagrado, desagradar, deslocar, deslocam, deslocar a, ...
  • εξασθένηση στα πορτογαλικά - declínio, queda, diminuição, redução, descida
  • εξασκώ στα πορτογαλικά - exercício, praticar, prática, práticas, a prática, prática de
Τυχαίες λέξεις
Εξαρτώμαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: depender, partida, dependa, dependem, depende, dependerá, dependerão