Εξαρτώμαι στα σουηδικά
Μετάφραση: εξαρτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bero, beroende, beror, är beroende, att bero
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαρτώμαι
εξαρτώμαι εξαρτάσαι, εξαρτώμαι αόριστος, εξαρτώμαι λεξικο, εξαρτώμαι στα αγγλικα, ρήμα εξαρτώμαι, εξαρτώμαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, εξαρτώμαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εξαργυρώνω στα σουηδικά - kontant, lösa in, lösa, återlösa, inlösen, inlösa
- εξαρθρώνω στα σουηδικά - rubba, flytta ut, ur led, rubba ur dess läge
- εξασθένηση στα σουηδικά - nedgång, nedgången, minskning, minskningen, minskade
- εξασκώ στα σουηδικά - träna, praxis, praktiken, praktik, metoder
Τυχαίες λέξεις
Εξαρτώμαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: bero, beroende, beror, är beroende, att bero
Μεταφράσεις: bero, beroende, beror, är beroende, att bero