Εξαρτώμαι στα γερμανικά

Μετάφραση: εξαρτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
abhängen, abhängig, hängen, ab, hängt
Εξαρτώμαι στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαρτώμαι

εξαρτώμαι εξαρτάσαι, εξαρτώμαι αόριστος, εξαρτώμαι λεξικο, εξαρτώμαι στα αγγλικα, ρήμα εξαρτώμαι, εξαρτώμαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, εξαρτώμαι στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εξαργυρώνω στα γερμανικά - bargeld, kasse, einlösen, erlösen, zu erlösen, einzulösen, zurückkaufen
  • εξαρθρώνω στα γερμανικά - verrenken, verrücken, verlagern, ausrenken, dislocate
  • εξασθένηση στα γερμανικά - beeinträchtigung, schaden, Rückgang, Niedergang, Verfall, Abnahme
  • εξασκώ στα γερμανικά - gepflogenheit, übung, gewohnheit, praxis, Praxis, der Praxis, die Praxis, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξαρτώμαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: abhängen, abhängig, hängen, ab, hängt